
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΠΗΛΙΑ
Του Γιάννη Κίντζιου
Σε μια δημοσίευση του David Malitz διάβασα ότι, κατά την διάρκεια του έτους
2024, κάθε δεκατρείς ημέρες ο κόσμος δημιουργούσε όσες φωτογραφίες
τραβήχτηκαν συνολικά το 1998. Το μεγαλύτερο μέρος των φωτογραφιών
τραβήχτηκε από smartphones ( 93% ).
Η εκτίμηση του δημοσιογράφου για τον αριθμό φωτογραφιών του 1998 είναι ότι
ήταν περίπου 60,1 δισεκατομμύρια φωτογραφίες – σε φίλμ – παγκοσμίως.
Τα παραπάνω στοιχεία ενίσχυσαν τους προβληματισμούς μου σχετικά με την
λειτουργία της εικόνας και τον αντίκτυπο που έχει στην καθημερινή μας ζωή. Δεν
αμφισβητώ την θετική συμβολή της φωτογραφίας στις επιστήμες, στην
τεκμηρίωση κοινωνικών ζητημάτων, στην παγκόσμια επικοινωνία αλλά και την
καλλιτεχνική έκφραση. Σίγουρα όμως αυτός ο κατακλυσμός εικόνων δημιουργεί
προϋποθέσεις για τη χειραγώγηση , την παραπληροφόρηση και εγείρει ζητήματα
αυθεντικότητας ή σωστής αξιολόγησης πληροφορίων. Εξάλλου είναι γνωστό ότι
η υπερφόρτωση πληροφοριών δυσκολεύει τη διάκριση των σημαντικών
πληροφοριών από τις ασήμαντες και κατ’ επέκταση μπορεί να συμβάλει στην
κοινωνική σύγκριση, το άγχος και την αίσθηση ανεπάρκειας.
Ο προβληματισμός μου για την ραγδαία αύξηση της δύναμης της εικόνας αφορά
και πιο ευαίσθητα ζητήματα που δεν αφορούν μόνο την δημιουργία της αλλά
κυρίως αναφέρονται στην αποθήκευση και της διανομής της, τον διαμοιρασμό
της. Η ψηφιακή μορφή της εικόνας , οι ανεξάντλητες δυνατότητες επεξεργασίας
της , η δυνατότητα αποθήκευσης και διαμοιρασμού της μέσω cloud εφαρμογών
αλλά και των social media – όπως έχει αποδείξει η ιστορία – ενέχει πολλαπλούς
κινδύνους σε πολλαπλά επίπεδα όπως για την προστασία της ιδιωτικής ζωής.
Συνεπώς η σωρευτική δύναμη της εικόνας, σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία,
ίσως στο τέλος αποδειχθεί η αδυναμία της και ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την
ελευθερία μας, πνευματική και προσωπική.
Στο “παγκόσμιο χωριό” του Μάρσαλ Μακ Λούαν ( Marshall McLuhan ) ο ρόλος
των μέσων ενημέρωσης για την σύνδεση και τη διαμόρφωση της παγκόσμιας
κοινότητας με την βοήθεια της τεχνολογίας, κατά την γνώμη μου, έχει ήδη
εξασθενίσει σε σχέση με την δύναμη της συσκευής με την οποία ο κάθε χρήστη
μπορεί να εκπέμπει “το μήνυμα του” σε ένα ευρύ κοινό, από άκρη σε άκρη της
γης, να μοιράζεται πληροφορίες & ανησυχίες και να δημιουργεί αλληλεπίδραση
και δράση με μικρές ή μεγάλες συνέπειες ανάλογα με την κλίμακα και το
μέγεθος της επιρροής και διασύνδεσής του. Ο γνωστός εκδότης περιοδικών
Λυμπέρης σε ομιλία του σε συνέδριο σχετικά με την επικοινωνία και την
διαφήμιση είπε ότι οποιοδήποτε μεμονωμένο άτομο με ανησυχίες και
ενδιαφέρον για την αναζήτηση της αλήθειας μπορεί με το κινητό του να
καταγράφει και να μοιράζεται γεγονότα μέσα από την προσωπική του οπτική
γωνία πιο γρήγορα και αποτελεσματικά ακόμα και από ένα κανάλι ευρείας
εμβέλειας όπως το CNN.
“Τhe medium is the message”, δηλαδή το μέσο είναι το μήνυμα έλεγε ο Μάκ
Λούαν ( Marshall McLuhan ), “the device is the message “ , δηλαδή η συσκευή
είναι το μήνυμα θα έλεγα εγώ, χωρίς βέβαια να αναιρείται αυτό που δηλώνει ο
Μάκ Λούαν.
Σίγουρα όμως δεν είναι τόσο απλοϊκά τα πράγματα, γιατί η επικοινωνία
προϋποθέτει μια Πηγή ( χρήστης ) που με τη βοήθεια ενός Πομπού ( συσκευή )
στέλνει ένα Σήμα μέσα από ένα Κανάλι ( ίντερνετ ). Στην άλλη άκρη του Καναλιού
το Σήμα ( data ) , με τη βοήθεια ενός Δέκτη ( συσκευή ), μεταμορφώνεται σε
Μήνυμα προς χρήση του Παραλήπτη. Αυτή η φυσική αλυσίδα επικοινωνίας
περιλαμβάνει προφανώς την παρουσία και ενός θορύβου κατά μήκος του
Καναλιού ( επεξεργασία φωτογραφίας, φορμάτ απεικόνισης, χρώματα οθόνης,
προσωπική άποψη αποστολέα), έτσι ώστε το Μήνυμα όταν ανασυντίθεται με
την βοήθεια ενός Κώδικα που να είναι κοινός τόσο στην Πηγή όσο και στον
Παραλήπτη να γίνεται κατανοητό στον αποδέκτη.
Το πιο σημαντικό όμως στάδιο της επικοινωνίας κατά τον Ουμπέρτο Έκο
(Umberto Eco ) είναι η φάση που ο Παραλήπτης μπορεί να αποδώσει διάφορα νοήματα στο μήνυμα ανάλογα με τον κώδικα που εφαρμόζει ( γλώσσα, αξίες,
στάσεις πεποιθήσεις, ιδιαιτερότητες τοπικού χαρακτήρα κλπ ).
Στην ουσία , αν θέλουμε να μιλάμε για την εικόνα ή μια ταινία, το κοινό ή ο
χρήστης μπορεί να υποδεχθεί και να κατανοήσει διαφορετικά το περιεχόμενο
ανάλογα με τα δημογραφικά και κοινωνικά-οικονομικά του χαρακτηριστικά. Για
παράδειγμα ένα αισθηματικό φιλμ σε technicolor, γυρισμένο για τις κυρίες των
λαϊκών συνοικιών μιας μεγαλούπολης των Η.Π.Α, θα έχει πολύ διαφορετική
υποδοχή και κατανόηση από θεατές σε μια περιοχή αντίστοιχη μιας χώρας της
Αφρικής.
Πάντως , σήμερα με την χρήση των σύγχρονων εργαλείων δημιουργίας και
διάδοσης της εικόνας, η φωτογραφία τείνει να καταντήσει την εμπειρία μας
“έμμεση” δηλαδή από δεύτερο χέρι. Οι άνθρωποι είναι δημιουργοί και
καταναλωτές ενός μεγάλου όγκου περιεχομένου που κατά πάσα πιθανότητα
φτάνει αρκετά αλλοιωμένο, λογοκριμένο και διαφοροποιημένο στην αντίληψή
μας.
Η αλλοίωση – εσκεμμένα ή μη – της πραγματικότητας σε μια Παγκόσμια
κοινότητα σιγά σιγά αφομοιώνει και εξαφανίζει κάθε εθνική , τοπική
ιδιαιτερότητα δημιουργώντας έναν ομοιόμορφο άνθρωπο. Αυτό το γεγονός μου
φέρνει στο νου την αλληγορία του Σπηλαίου του Πλάτωνα που οι σκιές είναι η
πραγματικότητα των φυλακισμένων κατοίκων του. Η φωτιά της σπηλιάς,
δημιουργεί αυτές τις επιβλητικές & τερατόμορφες σκιές που αποτελούν μια
ψευδαίσθηση για τον κόσμο, έρχεται σε αντίθεση με τον Ήλιο που είναι η
αλήθεια και η πραγματικότητα. Το τεχνητό φως της φωτιάς ( δηλαδή η
τεχνολογία με τη μη συνετή χρήση ) εφησυχάζει τους κατοίκους του σπηλαίου,
δημιουργεί νωθρότητα και εξασθενεί την επιθυμία και τις δυνάμεις τους να
αναρριχηθούν προς τα έξω προς το φως. Αν θέλουμε να είμαστε πιο ακριβείς και
να μεταφέρουμε την αλληγορία της Σπηλιάς στις σημερινές συνθήκες θα λέγαμε
ότι οι σκιές στους τοίχους του σπηλαίου ανήκουν σε πραγματικά όντα και
αντικείμενα που αλλάζουν σχήμα, χρώμα & ιδιότητες πείθοντας τους δεσμώτες
ακόμα και για τους ήχους που σαφώς δεν παράγονται από τις σκιές. Συνεπώς η
εικονική πραγματικότητα και οι συνθήκες προσομοίωσης που παράγουν οι
τεχνολογικές πλατφόρμες, τα meta games και τα social media – δηλαδή η φωτιά κατά την αλληγορία του Πλάτωνα – κρατούν καθηλωμένους τους χρήστες οι
οποίοι ζουν σε μια μακαριότητα και θρέφουν με την συμμετοχή τους ( γνώσεις,
κείμενα, εμπειρίες, επιστήμες, φωτογραφίες, video, ταινίες, user generated
content ) και διογκώνουν τις “μηχανές” που στο τέλος όταν η Τεχνητή
Νοημοσύνη φτάσει στο επίπεδο της Γενικής Τεχνητής Νοημοσύνης (AGI) θα τους
απορροφήσει. Το AGI μπορεί να αποδώσει σε δημιουργικές συνθήκες και έργα
που απαιτούν λογική, εμπειρία ακόμα και συναίσθημα. Νομίζω ότι το
“πρόβλημα” θα υπάρξει όταν το μοντέλο αυτό τεχνητής νοημοσύνης θα
ξεπεράσει τον άνθρωπο. Μιλάμε μάλλον για “υπεράνθρωπη” νοημοσύνη ;
Φεύγοντας από την εικόνα του “δάσους” και γυρίζοντας προς το “δέντρο”,
δηλαδή την φωτογραφία θα έλεγα ότι η άμετρη χρήση της τεχνολογίας προκαλεί
ήδη τριγμούς στην εμπιστοσύνη του κοινού προς την φωτογραφία αλλά και προς
όλα τα υπόλοιπα είδη περιεχομένου ψηφιακού και μη. “Μια απλή παρέμβαση
στην εικόνα ακόμη και για αισθητικούς λόγους μπορεί να οδηγήσει σε ένα
σκοτεινό μονοπάτι” λέει ο Άντριου Πίρσαλ ( Andrew Pearsall ), επαγγελματίας
φωτογράφος.
Φοβάμαι να πω ότι τείνουμε να συνηθίσουμε να μην αντιλαμβανόμαστε την
πραγματικότητα ή και την ίδια τη ζωή με τις αισθήσεις μας όπως την όραση, τη
αφή ή την ακοή αλλά να την βιώνουμε μέσα από ενδιάμεσες συσκευές που
καλλωπίζουν ή “στρογγυλεύουν” την αλήθεια.
Η φωτογραφίες λοιπόν που βγάλαμε αποκτούν πολλαπλές και διαφορετικές
ερμηνείες και συναισθήματα ανάλογα με τα φίλτρα, την επεξεργασία, τα
χαρακτηριστικά του αποδέκτη και τις συσκευές. Η “ευκολία” της δημιουργίας,
της επεξεργασίας και διάδοσης της εικόνας ίσως αποτελέσει και τον λόγο
απώλειας της αξιοπιστίας και αναγκαιότητάς της.
Comments (0)