
Η ΕΤΥΜΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Του Σταύρου Παπαδόπουλου

Ναύπλιο, 1834.
Η αίθουσα του δικαστηρίου μύριζε υγρασία και καμένο λάδι από τους λύχνους. Οι βαριές κουρτίνες δεν άφηναν το φως να περάσει, λες και η ίδια η αλήθεια έπρεπε να μείνει στο σκοτάδι. Τα ξύλινα έδρανα έτριζαν, σαν να διαμαρτύρονταν για την αδικία που επρόκειτο να συντελεστεί. Οι πέντε δικαστές κάθονταν ανέκφραστοι, βουβοί θεατές μιας ετυμηγορίας που είχε αποφασιστεί πριν καν ξεκινήσει η δίκη.
Στην έδρα ο πρόεδρος Αναστάσιος Πολυζωίδης, κρατούσε τα πρακτικά με σφιγμένα δάχτυλα. Δίπλα του ο Γεώργιος Τερτσέτης, νεότερος, αλλά με ψυχή στιβαρή σαν των αρχαίων φιλοσόφων, κοιτούσε τους κατηγορούμενους. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Δημήτριος Πλαπούτας στέκονταν όρθιοι, αλύγιστοι, όπως ακριβώς είχαν σταθεί και στις μάχες.
Ο εισαγγελέας ανακοίνωσε: «Κατηγορούνται για εσχάτη προδοσία. Η ποινή είναι θάνατος δια αποκεφαλισμού».
Ένα αόρατο κύμα αναταραχής διέτρεξε την αίθουσα! Ο Πολυζωίδης άφησε την πέννα του και σηκώθηκε.
«Δεν υπογράφω».
Τα λόγια του έπεσαν βαριά σαν πέτρα στη μέση μιας ήρεμης λίμνης!
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Σχινάς, αναπήδησε από τη θέση του. Το πρόσωπό του είχε κοκκινίσει από οργή!
«Υπογράψτε κύριε Πολυζωίδη! Είναι διαταγή της Αντιβασιλείας!»
Ο Πολυζωίδης δεν κούνησε βλέφαρο. «Προτιμώ να μου κόψετε το χέρι. Ο δικαστής δεν υπακούει σε διαταγές. Υπακούει στη συνείδησή του. Η Δικαιοσύνη δεν είναι εργαλείο των ισχυρών αλλά καταφύγιο των αθώων».
Ο Τερτσέτης σηκώθηκε κι αυτός. «Δεν θα με έχετε συνεργό στον φόνο δύο αθώων. Δεν είμαι από τη Σπάρτη, δεν είμαι Αθηναίος. Πατρίδα μου έχω όλη την Ελλάδα. Κι αν σήμερα η Ελλάδα ξεχνά ποιοι την ελευθέρωσαν, εγώ δεν θα γίνω συνεργός στη λήθη».
Η αίθουσα σείστηκε από την τόλμη του! Ο Σχινάς τράβηξε το μαντίλι του και σκούπισε το μέτωπό του. «Θα το μετανιώσετε»…
Οι στρατιώτες κοίταξαν αμήχανοι ο ένας τον άλλον. Οι διαταγές ήταν σαφείς.
Τη νύχτα τους έσυραν έξω από τα σπίτια τους. Οι μπότες των φρουρών αντήχησαν πάνω στις πέτρες, τα χτυπήματα δεν είχαν έλεος. Ξύλο, κραυγές, αίμα.
Στο κελί ο Πολυζωίδης ματωμένος ψιθύρισε: «Νομίζουν πως μας νίκησαν».
Ο Τερτσέτης, παρά τον πόνο, χαμογέλασε. «Όχι. Δικάστηκε η δικαιοσύνη σήμερα. Μα η ετυμηγορία θα γραφτεί από την ιστορία».
- Αφορά στην ηρωική στάση των δικαστών Πολυζωίδη και Τερτσέτη στη δίκη της Βαυαρικής Αντιβασιλείας κατά των Κολοκοτρωναίων και Πλαπούτα, που ανέδειξε τις αξίες και την ηθική των αυθεντιών.