Τώρα 25% έκπτωση σε όλες τις παραγγελίες και 3,-€ μεταφορικά!

Απόρριψη

ΡΩΜΗ: Ο ΕΡΩΤΑΣ, ΤΟ ΠΑΘΟΣ, Η ΦΡΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Ένα νέο βιβλίο, το μυθιστόρημα “Ρώμη” της Λίτσας Γκούνη, από τον ρομαντισμό και τον καταλυτικό έρωτα στον εθελοντισμό και στην ανθρώπινη φροντίδα*.

Ο Ντέιβιντ Μπέργκμαν, Αυστραλός, λίγο πριν τα σαράντα, χειρουργός, με εμπειρία σε μεγάλα νοσοκομεία της πατρίδας του, με περγαμηνές, καλό μισθό και άνετη ζωή τ’ άφησε πίσω για μια ιδέα. Το ναυάγιο του γάμου του με μια συνάδελφό του, τον οδήγησαν σ’ αυτό το κομμάτι της γης, που τρεφόταν μ’ αίμα, δάκρυα, πανικό και πόνο. Αιώνες τώρα, η Μέση Ανατολή αιμορραγούσε. Εκατομμύρια πρόσφυγες, βασανισμένοι άνθρωποι. Λες και δεν πέρασε μια μέρα από την πρώτη σταυροφορία. Ο Αυστραλός ήταν μια ψυχή ευγενική, γεμάτος δοτικότητα, χαμογελαστός και ήρεμος. Τι κουσούρια να έχει! Τι να στράβωσε στη ζωή του, στον γάμο του. Πάντα κάτι, μισό, απροσδιόριστο, υπάρχει στην προσωπικότητά μας. Κάτι λειψό, το οποίο δεν ανακαλύπτει, δεν εντοπίζει η αδελφή ψυχή και όλα, κάποια στιγμή, μοιραία τελειώνουν.

«Ετοιμαστείτε για το χειρουργείο», ακούστηκε η φωνή του Ντέιβιντ. «Θέλω γάζες, αιμοστατικά, λαβίδες, αντισηπτικά. Τελειώνουν όλα Αντιγόνη, δεν θα έχουμε τίποτα σε μισή ώρα». Τα ασθενοφόρα, με τον γεμάτο πανικό ήχο τους, αράδιασαν άλλα πέντε παιδιά, με κεφάλια πνιγμένα στο αίμα, κομμένα πόδια, χέρια. Οι φωνές τους ήταν κρωγμοί πουλιών. Τρυπούσαν την ψυχή, το μυαλό! Μια εικόνα την οποία δύσκολα μπορούσες ν’ αποδεχθείς ως πραγματική. Κι όμως ήταν η μεγάλη αλήθεια μπροστά τους. Ο τρόμος στα μεγάλα μαύρα μάτια τους.

«Το ξέρω Ντέιβιντ, ειδοποίησα, έρχονται, εκτός κι αν η αποστολή του Ερυθρού Σταυρού δεχθεί επίθεση…»

Η μοίρα και το τυχαίο ορίζουν τις διαδρομές και κανένας δεν μπορεί να τις προσπεράσει, σκέφτηκε, ενώ ο απόηχος μιας έκρηξης και απανωτών πυροβολισμών την επανέφεραν στο ανήσυχο παρόν της. Κάποιο άλλο οικοδομικό συγκρότημα θα ισοπεδώθηκε, κάποιοι ξεψυχούν κάτω από τα χαλάσματα. Η χοάνη της Ιστορίας ξέρναγε άλλη μια φορά αίμα, πόνο, ξεριζωμό.

Δεν ήξερε τι άλλο να κάνει. Σε ποιον ν’ αποταθεί. Δεν ήθελε ν’ ανησυχήσει άλλο τα ήδη πληγωμένα αγγελούδια, που κείτονταν ματωμένα στο σώμα και την ψυχή τους. Χακίμ, Καμάλ, Νεσρίν, Χασάν… Ο Θεός να βάλει το χέρι του! Για ποιον θεό μιλάμε; Των χριστιανών, των εβραίων, των μουσουλμάνων, των ορθοδόξων, των προτεσταντών, των αιρέσεων; Ο άνθρωπος να βάλει το χέρι του, η ηθική, η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη.

«Η πιο ανήθικη πράξη είναι ο πόλεμος», έλεγε ο πατέρας της. Δεν υπάρχει δίκαιο στον πόλεμο. Είναι ο μεγαλύτερος εξευτελισμός της ανθρώπινης ύπαρξης. Της έλεγε τα παθήματά του. Εκείνος ο απλός νέος, ο φτωχός επαρχιώτης ο οποίος είχε δώσει αίμα και ψυχή στον τρομαχτικό αδελφοκτόνο πόλεμο της πατρίδας της για ένα καλύτερο και δικαιότερο αύριο γι’ όλους.

Αποκαμωμένη έριξε το σώμα της σε μια καρέκλα και προσπαθούσε ν’ ακούσει τη σειρήνα του αυτοκινήτου του Ερυθρού Σταυρού. Σπάραζε μέσα της βουβά! Ένα αόρατο τρυπάνι άνοιγε στη ψυχή της ένα τούνελ βαθύ και σκοτεινό. Διήγε έναν ατελέσφορο χειμώνα, ενώ ο θάνατος σουλατσάριζε ανενόχλητος λίγα χιλιόμετρα μακριά και γιατί όχι δίπλα της, μέσα σ’ αυτό τον χώρο των πληγωμένων παιδιών.

«Αν ο θεός ήταν κοινός για όλους τους ανθρώπους, θα γίνονταν πόλεμοι;» τη ρώτησε προχθές ο 15χρονος Κερίμ με το κομμένο χέρι. Δεν του απάντησε. Δεν ήξερε τι να του πει. Εκείνη όμως, όπως και οι υπόλοιποι συνεργάτες, γνώριζε ότι οι πόλεμοι ήταν οικονομικοί. Πόλεμοι συμφερόντων, είτε γίνονταν με τη μορφή σταυροφοριών, είτε με τη μορφή τζιχάντ και με αποικιακούς εισβολείς αιώνες τώρα. Οι θρησκευτικές διαφορές αποτελούσαν κατά κανόνα το πρόσχημα. Η πραγματική αιτία ήταν το χρήμα. Ο καπιταλισμός, η εκμετάλλευση. Αιώνες τώρα, οι μεγάλες δυνάμεις είχαν χωρίσει τον χάρτη σε χώρες, στις οποίες το αίμα αθώων πολιτών θα έρεε ποτάμι.

«Μην μου μιλάς για θρησκεία, φιλανθρωπία, αγάπη. Δείξε μου τα με τις πράξεις σου», έλεγε ο Τολστόι».

Η νύχτα πλησίαζε βαριά. Την πόλη που εκτεινόταν μερικά χιλιόμετρα μακριά από το στρατόπεδο, ήδη την καταβρόχθιζε το σκοτάδι.

Οι πυροβολισμοί και οι εκρήξεις τάραζαν τα σύντομα όνειρα, καθώς κουρασμένα τα βλέφαρά της έγερναν μαζί με το κεφάλι στην καρέκλα, όπου καθόταν περιμένοντας ν’ ακούσει τον ήχο του αυτοκινήτου. Περνούσαν οι μέρες ακίνητες μέσα στην αναμονή και την εγκαρτέρηση. Καμιά ενημέρωση από τα μέσα. Αυτή που βρισκόταν με τις εφημερίδες και το κινητό στο χέρι και γνώριζε, ανά πάσα στιγμή, τι συνέβαινε και στο τελευταίο σημείο του πλανήτη, ζούσε με την ελάχιστη πληροφόρηση και την τρέλα της παραπληροφόρησης.

Οι αστραπές από τους όλμους, οι οποίοι φαίνονταν στον κοντινό ορίζοντα, την έκαναν ν’ ανατριχιάζει, προειδοποιώντας ότι ο κίνδυνος πλησίαζε. Το στρατόπεδο ήταν λίγο έξω από την πόλη, μόλις πέντε χιλιόμετρα. Μια πόλη – μεγάλο χωριό, στρωμένη με ερείπια, χαλάσματα, δρόμους σκαμμένους, που έμοιαζαν με κοίτες ποταμών. Μέσα απ’ τα στενά της έβλεπε, τις δυο φορές που πήγε με τον οδηγό, προκειμένου να έχουν μια άποψη για το τι γίνεται, άλογα όμορφα αραβικά, λευκά και μαύρα, που αργόσβηναν χλιμιντρίζοντας. Αγκομαχούσαν να πάρουν αναπνοή, να ζήσουν. Αν και ήθελαν να καλπάσουν μακριά από την καταστροφή, αδυνατούσαν να κουνήσουν τα πόδια τους.

Σωροί από ερείπια, μπάζα, καπνισμένοι τοίχοι, μπαλκόνια τα οποία κρέμονταν σαν τσαμπιά σταφυλιών. Μέσα στους σωρούς από χώμα ξεπρόβαλε μια κατσαρόλα, καρέκλες, καναπέδες κομμένοι στα δυο. Και χέρια και κεφάλια και πόδια πετάγονταν μπροστά τους μέσα από τα χαλάσματα. Όταν βλέπεις τέτοιες εικόνες στην τηλεόραση από τον καναπέ του σπιτιού σου, δεν μπορείς να καταλάβεις, να νιώσεις. Τώρα όλα από κοντά έμοιαζαν απόκοσμα. Λες και ζούσε σ’ ένα όνειρο, έναν εφιάλτη. Η πόλη ξερνούσε από τα σωθικά της οτιδήποτε αποτελούσε αποδεικτικό στοιχείο ζωής. Ότι κατοικούσαν κάποτε άνθρωποι. Άνθρωποι με κανονικές ζωές που ερωτεύονταν, παντρεύονταν, γεννούσαν, γελούσαν και ευχαριστούσαν τον Αλλάχ πέντε φορές την ημέρα για ό,τι είχαν. Τα παιδιά όμως, ήταν τα μεγάλα θύματα τούτου του πολέμου! Όλων των πολέμων.

Κάπου διάβασε «ότι το στόμα γινόταν το πένθος του κόσμου και ο αντίλαλος της παιδικής ηλικίας, την οποία δεν μπορείς να ξεπεράσεις. Ποτέ δεν την ξεπερνάς. Την τακτοποιείς, στις άκρες του μυαλού, της καρδιάς, της ψυχής. Ξέρεις ότι υπάρχει, αλλά δεν σ’ ενοχλεί. Τον έχεις μάθει αυτό τον αντίλαλο, όταν κάνει βήματα να σε πλησιάσει, του πιάνεις φιλική κουβέντα και του λες «κάτσε καλέ μου εκεί που είσαι, περνάς όμορφα, δεν σ’ ενοχλώ, μην μ’ ενοχλείς».

  • Απόσπασμα από το ρομαντικό αλλά και συγκλονιστικό μυθιστόρημα “Ρώμη”, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις ΚΟΜΝΗΝΟΣ γύρω στις 20 Νοεμβρίου.
  • Ο ήρωας του βιβλίου, Τούρκος ηθοποιός, μιλά για λογοκρισία στα σενάρια από την εξουσία της πατρίδας του και ήδη αναγγέλθηκε από τον “σουλτάνο”, η διάθεση της ηγετικής ομάδας της τουρκικής ηγεσίας να παρεμβαίνει στις καλλιτεχνικές δημιουργίες, περικόπτοντας ό,τι ενοχλεί. Αυτό είναι το πνεύμα της εποχής. 
Εγγραφή Newsletter

Εγγραφείτε και λάβετε πρώτοι ειδοποιήσεις και προσκλήσεις για τις πολιτιστικές μας εκδηλώσεις, για τις νέες εκδόσεις βιβλίων μας αλλά και για τις προσφορές μας σε νέα και μεταχειρισμένα βιβλία…

Δεν στέλνουμε spam! Διαβάστε την πολιτική απορρήτου Πολιτική Απορρήτου μας για περισσότερες λεπτομέρειες.

Comments (0)


Αφήστε μια απάντηση

0:00
0:00