ΣΑΝ ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ ΕΓΙΝΕ Η ΖΩΗ ΜΑΣ*
Του Κώστα Καναβούρη
Δεν υπάρχει περισσότερο άνθρωπος και λιγότερο άνθρωπος. Όσες φορές αυτός ο απαράβατος νόμος καταπατήθηκε μόνο τραγωδίες απίστευτου μεγέθους προκάλεσε.
Αυτό που ποτέ δεν κατάλαβε η βαρβαρότητα του καπιταλισμού (κι ακόμα περισσότερο του νεοφιλελευθερισμού) είναι πως η ζωή δεν αποτελείται από μια σειρά λογιστικών τακτοποιήσεων, δεν είναι μια αριθμημένη πραγματικότητα που καθορίζεται αποκλειστικά από μετρήσιμα μεγέθη τα οποία πιστοποιούν την «πρόοδο» με αποκλειστικό μέτρο τα χρηματικά (κυρίως τα χρηματιστηριακά) κέρδη και τις ζημίες. Γιατί η ζωή, η ίδια η ύπαρξη, δεν ανήκει στις αριθμήσεις, ανήκει στο απροσμέτρητο. Δεν είναι αριθμός, είναι κατάσταση. Δεν υπάρχει περισσότερο άνθρωπος και λιγότερο άνθρωπος. Όσες φορές αυτός ο απαράβατος νόμος καταπατήθηκε μόνο τραγωδίες απίστευτου μεγέθους προκάλεσε.
Και επειδή «η ανθρωπότητα είναι ένα παιδί που γεννήθηκε τα μεσάνυχτα, όταν την άλλη μέρα βγει ο ήλιος νομίζει ότι το χτες δεν υπήρξε ποτέ» (Λάο Τσε), ο απαράβατος νόμος της ανθρώπινης κατάστασης εξακολουθεί να καταστρατηγείται αποκρουστικά, με αποτέλεσμα και η σύγχρονη ιστορία, αυτή που συμβαίνει όχι δίπλα μας αλλά μέσα στα σπίτια μας, στους χώρους δουλειάς μας, την ώρα που ερωτευόμαστε, που αγκαλιάζουμε τα παιδιά μας, που κοιτάμε το γλαυκό του ορίζοντα ή τον σκοτεινό καθρέφτη του εαυτού μας, όλη η σύγχρονη ιστορία με μια κουβέντα, να είναι μια τεράστια ιστορία σφαγής, πείνας, εξανδραποδισμών, μαρτυρίου προς ευημερία των αριθμών, όπου η ανθρώπινη κατάσταση απλώς δεν υφίσταται.
Ζούμε σε μια συνθήκη βαρβαρότητας, μια συνθήκη όπου δεν παράγεται ανθρωπότητα, όπου δηλαδή ο άνθρωπος δεν είναι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις, απλώς επειδή δεν υπάρχουν ερωτήσεις. Αυτή είναι η επικράτηση των αριθμών. Η βαρβαρότητα της έλλειψης ερωτήσεων, η παύση κάθε αγωνίας για την ανθρώπινη κατάσταση, μέσα σε μια έρημο από θηρία. Τους αφρισμένους αριθμούς που καταπίνουν τα πάντα: τη μνήμη της χειρονομίας, την αποθυμιά, την πίκρα του αποχωρισμού, τη χαρά του σμιξίματος, το μαγνάδι του αποχαιρετισμού, το μούχρωμα της αιφνίδιας λύπης, την όλβια άφεση, την ξαφνική βροχή μέσα στο όνειρο. Πράγματα που δεν μπορεί να τα μετρήσει κανένας, αλλά που μ’ αυτά και χάρη σ’ αυτά υπάρχουμε. Πράγματα και γεγονότα που όλα μαζί αποτελούν το μεγάλο πλατάνι στο κέντρο της κοινότητας. Το δέντρο δηλαδή που σκιάζει, προστατεύει και, επομένως, δημιουργεί κοινωνία.
Κι έρχεται ο δρεπανηφόρος αριθμός για να κόψει σύριζα το δέντρο της ζωής μετρώντας κλαδιά και φύλλα, χωρίς να λογαριάσει το απροσμέτρητο της χλωροφύλλης. Τη ζωή την ίδια που την επιμερίζουν οι έμποροι για να την πουλήσουν σταγόνα τη σταγόνα, λες και τους ανήκει η στάλα της ψυχής του καθενός. Λες και είναι εμπόρευμα η αειθαλής μας θνητότητα, λες και το αίμα είναι μονάχα αίμα κι ο θάνατος μονάχα θάνατος.
Ας μου επιτραπεί εδώ να προσθέσω ένα ποίημα του Τίτου Πατρίκιου από τον «Λυσιμελή Πόθο» για να ξέρουνε για τι πράγμα μιλάμε, για να μην ξεχνάμε τη διαφορά μεταξύ ζωής και ασφυξίας.
«Ένα γράμμα» τιτλοφορείται το ποίημα του Τίτου Πατρίκιου.
«Σαν ένα γράμμα έγινε η ζωή μας με κάποιο μήνυμα
πολύ σπουδαίο, που χάθηκαν μέσα στα κύματα, τους πρόσφυγες
κι ο αποστολέας του κι ο παραλήπτης.
Όμως το γράμμα πάει κι έρχεται από ταχυδρομείο σε ταχυδρομείο
χωρίς κανένας να τ’ ανοίξει
χωρίς κανείς να το πετάξει
πάντα με την επιγραφή “επείγον” και τα ξεθωριασμένα ονόματα στις δυο πλευρές
που μόνο οι ταχυδρομικοί τα λένε πια
όπως προφέρουν οι σοφοί στα εργαστήρια
ονόματα οργανισμών που εξαφανίστηκαν».
Λοιπόν; Έτσι θα πάει η ιστορία; Έτσι θα βουλιάξει τόσο βλέμμα μέσα στα μάτια αυτών των προσώπων εσωτερικού χώρου, που ήλιος αληθινής ζωής ποτέ δεν τα φώτισε; Έτσι θα μείνουν, χωρίς νόημα όσα έγιναν για να δώσουν νόημα στη λέξη και στην κίνηση; Έτσι θα καταθέσουμε στα πόδια τους όλες τις χειρονομίες μας; Έτσι; Σε μια τερατώδη «Βάρκιζα» ανεκλάλητης ήττας;
- Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αυγή στις 13/11.
Comments (0)