
H ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΥΛΟΥ
Της Έλενας Αγγελοπούλου
Δεν το βλέπω
κι όμως το κουβαλώ.
Σαν σκιά που δεν ανήκει σε σώμα
Σαν ανάμνηση που δεν κράτησα,
αλλά μου χάραξε βαθιά πληγή.
Το άυλο με τραβάει,
με κυνηγάει, με ορίζει…
Δεν έχει χρώμα
ούτε όνομα,
κι όμως το νιώθω να πάλλεται
κάθε φορά που σωπαίνω.
Βαραίνει και κουρνιάζει σαν πουλί
τις ώρες της σιωπής
Τότε που η σκέψη ανασαίνει
και σπάει χωρίς ήχο
Τότε που το Είναι ζητάει
μια αιτία να σταθεί.
Και σκέφτομαι,
Τι είναι πιο αληθινό;
Το χέρι που σ’ αγγίζει
ή το άγγιγμα που μένει
όταν το χέρι φύγει;
Το άυλο
είναι η πιο ύπουλη ύλη.
Δεν μπορείς ν’ απαλλαχτείς
Γαντζώνεται πάνω στην ανάσα σου,
Ενώνεται με τον χτύπο της καρδιάς σου.
Κι εγώ,
ένας άνθρωπος κοινός,
μαζεύω πράγματα που δεν αντέχω.
Πράγματα που ίσως να με πνίξουν,
καθώς ψάχνω τον εαυτό μου,
σε κενά που δεν γεμίζουν,
σε βλέμματα που δεν κοιτούν,
σε ερωτήσεις που κανείς δεν θ’ απαντήσει.
Γιατί μέσα εδώ
κατοικεί η βαρύτητα του άυλου,
που είναι πιο δυνατή
κι από κάθε νόμο της φύσης.